λοκάντα

λοκάντα
η
εστιατόριο.
[ΕΤΥΜΟΛ. < ιταλ. locanda].

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем сделать НИР

Look at other dictionaries:

  • λοκαντιέρης — ο, θηλ. α [λοκάντα] ο ιδιοκτήτης λοκάντας …   Dictionary of Greek

  • τουρκιά — Χώρα της εγγύς Ανατολής. Το ευρωπαϊκό τμήμα της συνορεύει με την Ελλάδα και τη Βουλγαρία και βρέχεται από το Αιγαίο Πέλαγος, τον Εύξεινο Πόντο και την Προποντίδα. Το ασιατικό τμήμα της συνορεύει με την Αρμενία, το Αζερμπαϊτζάν, τη Γεωργία, το… …   Dictionary of Greek

  • Ηνωμένο Βασίλειο — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένο Βασίλειο της Μεγάλης Βρετανίας και της Βορείου Ιρλανδίας Συντομευμένη ονομασία: Μεγάλη Βρετανία Έκταση: 244.820 τ. χλμ. Πληθυσμός: 59.647.790 (2001) Πρωτεύουσα: Λονδίνο (6.962.319 κάτ. το 2001)Κράτος της βορειοδυτικής… …   Dictionary of Greek

  • locandă — LOCÁNDĂ, locande, s.f. Han2, local în care se servesc băuturi; ospătărie, birt. [var.: locántă s.f.] – Din it. locanda, ngr. lokánta. Trimis de LauraGellner, 13.09.2007. Sursa: DEX 98  LOCÁNDĂ s.f. (Rar) Han, local unde se servesc băuturi în… …   Dicționar Român

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”